- βασιλείδιον
- βᾰσιλ-είδιον, τό, Dim. of βασιλεύς,A tiny king, Plu.Ages.2.
Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό). 2014.
Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό). 2014.
βασιλείδιον — βασιλείδιον, το (Α) [βασιλεύς] μικρόσωμος βασιλιάς … Dictionary of Greek
βασιλείδια — βασιλείδιον tiny king neut nom/voc/acc pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
βασιλιάς — ο και βασιλεύς και βασιλέας και βασιλές και βασιλιός (θηλ. βασίλισσα, η) (AM βασιλεύς, Μ και βασιλέας θηλ. AM βασίλισσα και βασιλίς, Α και βασιλέα και βασίλεια και βασιληΐς) 1. ο κληρονομικός ανώτατος άρχοντας του κράτους 2. πρώτος ή έξοχος μέσα… … Dictionary of Greek
ԹԱԳԱՒՈՐԱԶՆ — (զին կամ զնի կամ նւոյ, զանց,) NBH 1 0789 Chronological Sequence: Unknown date, Early classical, 6c, 8c, 10c, 11c, 14c ա.գ. ԹԱԳԱՒՈՐԱԶՆ եւ ԹԱԳԱՒՈՐԱԶՈՒՆ. βασιλικός , βασιλείδης, βασιλείδιον regius, regis filius, regulus βασιλικοί aulici, regis amici … հայերեն բառարան (Armenian dictionary)
ԹԱԳԱՒՈՐԱԶՈՒՆ — (զին կամ զնի կամ նւոյ, զանց,) NBH 1 0789 Chronological Sequence: Unknown date, Early classical, 6c, 8c, 10c, 11c, 14c ա.գ. ԹԱԳԱՒՈՐԱԶՆ եւ ԹԱԳԱՒՈՐԱԶՈՒՆ. βασιλικός, βασιλείδης, βασιλείδιον regius, regis filius, regulus βασιλικοί aulici, regis amici… … հայերեն բառարան (Armenian dictionary)